Η επικράτηση του ψέματος: γιατί γινόμαστε θύματα προπαγάνδας ακραίων και ρατσιστικών ιδεών

Ζούμε σε μια εποχή όπου η ρητορική μίσους αυξάνεται ραγδαία, κυρίως λόγω της ευκολίας αναζήτησης και μετάδοσης των πληροφοριών μέσα από το διαδίκτυο. Τι είναι όμως που κάνει ελκυστική τη ρητορική μίσους; Πως γίνεται φιλήσυχοι άνθρωποι γύρω μας να υιοθετούν ακραίες θέσεις; Σε αυτό το ερώτημα προσπάθησε να απαντήσει μια έρευνα, κάνοντας μία γλωσσολογική ανάλυση σε ομιλίες δικτατόρων και αρχηγών αυταρχικών κρατών του παρελθόντος και του παρόντος.

Οι αρχηγοί κρατών, ιδιαίτερα των πιο ανελεύθερων, συντηρητικών και αυταρχικών καθεστώτων, βασίζονται κατά κόρον στην επικοινωνία. Ο τρόπος με τον οποίο δίνουν το πολιτικό τους στίγμα αλλά και καταδεικνύουν στο κοινό τους ιδεολογικούς και φυσικούς αντιπάλους τους παίζει σημαντικό ρόλο για τη συσπείρωση του πλήθους πίσω από το αφήγημα που θέλουν να περάσουν. Στην εποχή των social media και της άμεσης διαδικτυακής επικοινωνίας, τα μηνύματα των ηγετών τείνουν να είναι σύντομα, περιεκτικά και να εστιάζουν σε λέξεις-κλειδιά. Φαίνεται όμως πως οι βασικές αρχές επικοινωνίας των σύγχρονων αυταρχικών ηγετών είναι παρόμοιες με αυτές άλλων, παρελθόντων ετών.

Σε αυτό συγκλίνουν τα αποτελέσματα μίας ενδιαφέρουσας ανάλυσης που έκανε ο καθηγητής ανθρωπολογίας και γλωσσολογίας, Marcel Danesi του Πανεπιστημίου του Τορόντο, όπως αυτή αναλύεται στο βιβλίο του “Politics, Lies and Conspiracy Theories” [1]Danesi, M. (2023). Politics, Lies and Conspiracy Theories: A Cognitive Linguistic Perspective. Taylor & Francis [2]Neuroscience News: “The Language of Lies: How Hate Speech Engages Our Neural Wiring to Foster Division” . Κάνοντας ανάλυση των διασωθέντων ομιλιών και κειμένων αυταρχικών ηγετών και δικτατόρων από τον 20ο αιώνα έως και σήμερα, ο Δρ. Danesi κατέληξε σε κάποια κοινά χαρακτηριστικά τους. Το πιο βασικό χαρακτηριστικό που εντοπίζεται σχεδόν σε όλες τις ομιλίες, είναι η απανθρωποποίηση / αποκτήνωση των εχθρικών ομάδων μέσω ανάλογων μεταφορών [3]El Pais: “How Nazi propaganda dehumanized Jews to facilitate the Holocaust” . Οι αντίπαλοι δεν περιγράφονται ως ανθρώπινα όντα με τα οποία μπορεί κανείς να διαφωνεί κάθετα, αλλά ως υπάνθρωποι, ζώα, παράσιτα κτλ. Με αυτό τον τρόπο καταφέρνουν να δημιουργήσουν κύματα μίσους εναντίον πολιτικών αντιπάλων, μειονοτήτων, κοινωνικών ομάδων, θρησκευτικών ομάδων, εθνικών ομάδων ή όποιων άλλων ομάδων στοχοποιεί κάθε φορά ο εκάστοτε ηγέτης.

Όταν μία ομάδα απογυμνωθεί από την ανθρώπινη υπόστασή της, τότε είναι πολύ πιο εύκολο να δημιουργηθεί μίσος και οργή εναντίον της, με αντίστοιχη κανονικοποίηση της όποιας βίας εναντίον της. Δεν θα έκανε κανείς κακό σε μια έγκυο γυναίκα, αλλά θα μπορούσε εύκολα να δεχτεί να τη φυλακίσει χωρίς νομική βάση και δίχως πρόσβαση σε νομική υποστήριξη και ανθρώπινες συνθήκες υγιεινής, εάν η ίδια γυναίκα παρουσιαζόταν ως “παράσιτο της κοινωνίας που κάνει κακό το έθνος”, όπως π.χ. μπορεί να είναι μια γυναίκα προσφυγικής βιογραφίας.

Παραδείγματα ακραίων ρητορικών μίσους υπάρχουν πάρα πολλά. Πρόσφυγες που χαρακτηρίζονται ως “δηλητήριο”, αντίπαλες πολιτικές ομάδες τις οποίες ο ηγέτης καλεί να αντιμετωπιστούν ως “παράσιτα”, μέλη της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας που χαρακτηρίζονται με υποτιμητικούς χαρακτηρισμούς και πολλά άλλα.

Γιατί είναι αποτελεσματική η απανθρωποποίηση;

Θα ανέμενε κανείς ότι οι ακραίοι χαρακτηρισμοί ενδεχομένως θα έμοιαζαν εκτός πραγματικότητας και θα είχαν αντίθετα αποτελέσματα από αυτά που θα ανέμενε κανείς, με την κοινωνία να αγκαλιάζει και να προστατεύει τις ομάδες που δέχονται αναίτια και παράλογη επίθεση. Κι όμως, φαίνεται πως αυτό δεν συμβαίνει. Το ερώτημα που γεννάται είναι ένα μεγάλο “γιατί”.

Ο λόγος, σύμφωνα πάντα με τον Δρ. Danesi, είναι πως πολύ απλά η δύναμη των υποτιμητικών χαρακτηρισμών, σε συνδυασμό με τη συχνή επανάληψη, είναι απλά πολύ μεγάλη. Όταν ακούμε το ίδιο μήνυμα ξανά και ξανά είναι σαν να γυρίζει ένας διακόπτης στο γνωστικό μας σύστημα. Οι εικόνες των υποτιμητικών χαρακτηρισμών δεν “φιλτράρονται” από τα ανώτερα γνωστικά κέντρα ώστε να γίνει μια λογική εκτίμηση. Αντίθετα, παρακάμπτονται αυτά τα κέντρα, με αποτέλεσμα οι υποτιμητικοί χαρακτηρισμοί να συνδέονται αυτόματα με τις ομάδες εναντίον των οποίων χρησιμοποιήθηκαν. Έτσι, σταδιακά υπάρχει μια ταύτιση μεταξύ των υποτιμητικών χαρακτηρισμών και των ομάδων αυτών. Το ανησυχητικό είναι ότι όσο πιο συχνά γίνεται αυτή η παράκαμψη, τόσο πιο δυνατή γίνεται αυτή η σύνδεση. Όσο πιο συχνά ερχόμαστε σε επαφή με την προπαγάνδα, τόσο λιγότερο καταλαβαίνουμε τον παραλογισμό, με αποτέλεσμα να τον υιοθετούμε δίχως να το καταλάβουμε.

Για να το καταλάβουμε καλύτερα, ας πάρουμε το παράδειγμα μίας θεωρίας συνωμοσίας που διασπείρεται στο διαδίκτυο. Μπορεί αρχικά να μας είναι αδιάφορη μία συνωμοσία η οποία ισχυρίζεται ότι πίσω από τα παγκόσμια δεινά βρίσκεται μια συγκεκριμένη εθνική ομάδα την οποία αποκαλεί “υπανθρώπους”, “βρωμιάρηδες” κτλ. Εάν όμως τέτοια μηνύματα περνάνε καθημερινά μπροστά μας, απευαισθητοποιούμαστε και σταδιακά δίνουμε όλο και λιγότερη σημασία στο να αναλύσουμε αυτό που διαβάζουμε. Δεν μπαίνουμε καν στη διαδικασία να το αξιολογήσουμε ώστε να το δεχθούμε ή να το απορρίψουμε. Όταν πάψουμε να αντιδράμε βλέποντας αυτά τα μηνύματα μίσους, τότε είναι που έχει επέλθει αυτή η αλλαγή στο γνωστικό μας σύστημα, και πλέον παρακάμπτονται οι ανώτερες γνωστικές διεργασίες και είμαστε όλο και πιο δεκτικοί στην προπαγάνδα των θέσεων που αρχικά μας ήταν αδιάφορες ή ακόμη και απωθητικές.

Ακόμη πιο ανησυχητικό είναι ότι από τα διαθέσιμα ερευνητικά δεδομένα ξέρουμε ότι εάν κάποιος αρχίσει και πιστεύει τα ψεύδη μιας προπαγάνδας, είναι πολύ δύσκολο να αλλάξει άποψη, ακόμη και εάν του δείξουμε συγκεκριμένα λογικά στοιχεία που αποδεικνύουν το λάθος ή το αβάσιμο των προπαγανδιστικών θέσεων. Αυτό οφείλεται σε πολλούς λόγους. Αρχικά, σημαντικό ρόλο παίζει η προκατάληψη επιβεβαίωσης: τείνουμε αυτόματα να επιλέγουμε τα στοιχεία εκείνα που επιβεβαιώνουν τις ήδη υπάρχουσες θέσεις μας και να αποφεύγουμε αυτές που αντικρούονται σε αυτές. Η τάση άλλωστε να αντιστεκόμαστε σε αλλαγές στην καθημερινότητά μας (αλλαγές στη γνώση, τις πεποιθήσεις, τη συμπεριφορά μας κτλ) ενισχύει ακόμη περισσότερο την προκατάληψη επιβεβαίωσης.

Πως καταπολεμάμε την προπαγάνδα;

Δυστυχώς, η καταπολέμηση των ακραίων πεποιθήσεων για ευάλωτες ομάδες δεν είναι εύκολη υπόθεση. Απαιτεί πολλή προσπάθεια κυρίως σε επίπεδο πρόληψης, ώστε να μην επιτρέπουμε την παράκαμψη του ανώτερου φίλτρου στο γνωστικό μας σύστημα. Εφόσον έχει πετύχει η προπαγάνδα αυτών των ακραίων θέσεων, δυστυχώς δεν είναι εύκολη η αντιμετώπισή τους, παρά μόνο εάν ξεκινήσει μια αντίστροφη διαδικασία “ανθρωποποίησης” των απανθρωποποιημένων ομάδων, ερχόμενοι σε άμεση επαφή μαζί τους και βλέποντας ότι μάλλον έχουμε πολύ περισσότερα κοινά στον τρόπο ζωής, τις επιθυμίες μας, τα καθημερινά μας άγχη και τις αγωνίες μας.

Εισαγωγική Φωτογραφία

Το κείμενο προσφέρεται με άδεια ""Creative Commons Αναφορά Δημιουργού 4.0 Διεθνές". Μπορείτε να αντιγράψετε και να μοιραστείτε το κείμενο δίχως να το αλλάξετε και αποκλειστικά για μη εμπορική χρήση, μόνο εφόσον αναφέρετε τον συντάκτη και την πηγή. Για οποιαδήποτε άλλη χρήση και άρση των περιορισμών απαιτείται η γραπτή άδεια του συντάκτη.

Δημήτρης Αγοραστός

Πηγές / Διαβάστε περισσότερα

Πηγές / Διαβάστε περισσότερα
1 Danesi, M. (2023). Politics, Lies and Conspiracy Theories: A Cognitive Linguistic Perspective. Taylor & Francis
2 Neuroscience News: “The Language of Lies: How Hate Speech Engages Our Neural Wiring to Foster Division”
3 El Pais: “How Nazi propaganda dehumanized Jews to facilitate the Holocaust”

Δημήτρης Αγοραστός

Ψυχολόγος και κάτοχος μεταπτυχιακού διπλώματος στη Σχολική Ψυχολογία (ΑΠΘ) και στις Νευροσυμπεριφορικές Επιστήμες (University of Tuebingen). Ασχολείται με την ανάπτυξη ψυχοεκπαιδευτικών προγραμμάτων για παιδιά και εφήβους, καθώς και με την αξιολόγησή τους στα πλαίσια εντοπισμού και αντιμετώπισης μαθησιακών και ψυχοσυναισθηματικών δυσκολιών. Επιπλέον, μέσα από τις δομές και τις υπηρεσίες στις οποίες εργάζεται, παρέχει συμβουλευτική υποστήριξη γονέων και παιδιών.Έχει εμπειρία παροχής ψυχοκοινωνικής υποστήριξης σε ευάλωτες ομάδες πληθυσμού.

Μπορεί επίσης να σας αρέσει...