Ανοιχτά δεδομένα στην ερευνητική ψυχολογία

[1]New York Times: The Mind of a Con Man . Για να καταφέρει να δημοσιεύσει τα άρθρα του σε διάφορα περιοδικά ψυχολογίας, είτε «πείραζε» τα δεδομένα του ώστε να εμφανίζουν αξιόλογα αποτελέσματα, είτε δημιουργούσε δεδομένα εκ του μηδενός. Υπολογίζεται ότι τουλάχιστον 55 δημοσιεύσεις του είχαν πειραγμένα ή εντελώς ψεύτικα δεδομένα. Η αποκάλυψη του σκανδάλου έγινε όταν 3 νεαροί ερευνητές που συνεργάστηκαν επί σειρά ετών με τον Stapel άρχισαν να έχουν αμφιβολίες για τον τρόπο συλλογής δεδομένων. Σε κάποιες περιπτώσεις ο Stapel έλεγε στους συνεργάτες του ότι συνέλεγε τα δεδομένα του από σχολεία στα οποία υποτίθεται ότι μόνο ο ίδιος είχε πρόσβαση και στη συνέχεια έστελνε τα ψεύτικα δεδομένα σε συνεργάτες για ανάλυση. Σε άλλες περιπτώσεις αρνιόταν να μοιραστεί τα υποτιθέμενα δεδομένα με τους συνεργάτες του, στους οποίους απλά έστελνε τα πορίσματά του. Ακόμη και συνάδελφοι ισάξιας βαθμίδας με τον καθηγητή Stapel είχαν γίνει καχύποπτοι απέναντί του όταν τους έδειχνε σειρά δεδομένων από τις υποτιθέμενες έρευνές του, τα οποία ήταν «εξαιρετικά καλά για να είναι αληθινά», όπως υποστήριξαν αργότερα κατά την εσωτερική έρευνα του πανεπιστημίου όταν υπήρξαν οι πρώτες κατηγορίες. Όπως ήταν φυσικό η συγκεκριμένη αποκάλυψη προκάλεσε μεγάλη αναστάτωση στην επιστημονική κοινότητα, καθώς οι ενέργειες του συγκεκριμένου ερευνητή δεν είχαν απλά ως αποτέλεσμα την επαγγελματική πρόοδο ενός αναξιόπιστου ατόμου, αλλά οδηγούσε σε κατασπατάληση πόρων στην προσπάθεια άλλων ερευνητών είτε να αναπαράγουν τις ίδιες έρευνες και να βρουν τα ίδια αποτελέσματα, είτε να τρέξουν νέες έρευνες βασισμένες στα δικά του εσφαλμένα δεδομένα και υποθέσεις. Πολλοί ερευνητικοί ψυχολόγοι άδραξαν την ευκαιρία και προσπάθησαν να αξιοποιήσουν το σκάνδαλο ώστε να φέρουν στην επιφάνεια ένα «επαναστατικό» ρεύμα που ήδη προϋπήρχε ανάμεσα σε όλους τους επιστημονικούς κλάδους: τα ανοιχτά δεδομένα. Ο όρος «ανοιχτά δεδομένα» σημαίνει δεδομένα τα οποία είναι άμεσα διαθέσιμα προς κάθε ενδιαφερόμενο. Είναι κάτι ανάλογο με τα προγράμματα ανοιχτού κώδικα τα οποία ο κάθε προγραμματιστής μπορεί να κατεβάσει και να αλλάξει ή τα ανοιχτά επιστημονικά περιοδικά που είναι δωρεάν για τον οποιοδήποτε να τα κατεβάσει και να τα διαβάσει. Η κοινότητα της Ψυχολογίας με άλλα λόγια αναγνώρισε ως βασική αιτία του «προβλήματος Stapel» την έλλειψη πρόσβασης της υπόλοιπης επιστημονικής κοινότητας και ιδιαιτέρως των αξιολογητών των επιστημονικών περιοδικών στα δεδομένα που οδήγησαν στα ευρήματα τα οποία παρουσίαζε ο Stapel. Εάν τουλάχιστον αυτοί είχαν  πρόσβαση σε αυτά θα διαπίστωναν είτε ότι ήταν φτιαχτά, είτε ανύπαρκτα. Αυτή η νοοτροπία έχει ήδη δημιουργήσει ένα νέο κλίμα και διαμορφώνει μια εναλλακτική προσέγγιση σε πολλά  επιστημονικά περιοδικά και επαγγελματικούς οργανισμούς. Βασικό αίτημα πολλών ψυχολόγων πλέον είναι η ελεύθερη και ανοιχτή  πρόσβαση στην επιστημονική γνώση και στα ερευνητικά δεδομένα. Αυτό δεν διασφαλίζει μόνο την εγκυρότητα των επιστημονικών ευρημάτων, αλλά επιτρέπει σε χιλιάδες μυαλά να δουλέψουν πάνω στα ίδια δεδομένα με διαφορετικό τρόπο, πολλαπλασιάζοντας με εκθετικούς ρυθμούς την παραγόμενη επιστημονική γνώση. Αυτή την κουλτούρα ασπάζεται και ένας  βασικός εκδότης του Αμερικανικού Συνδέσμου Ψυχολογίας (APA), ο Δρ. Gert Storms, ο οποίος δημιούργησε πρόσφατα ταραχή στην ερευνητική κοινότητα με τη στάση του απέναντι στα άρθρα που του στέλνονται για να αξιολόγηση [2]Nature: Peer-review activists push psychology journals towards open data . Ο Storms, όπως και εκατοντάδες άλλοι συνάδελφοί του, μέλη ενός σχετικού κινήματος ανοιχτών δεδομένων στην επιστημονική κοινότητα, αρνείται από τις αρχές του 2017 να δεχτεί την αξιολόγηση άρθρων εάν αυτά δεν συνοδεύονται από τα αντίστοιχα δεδομένα. Αυτή του η απόφαση προκάλεσε την αντίδραση του Συνδέσμου, καθώς αυτή η πρακτική δεν είναι επίσημη θέση του επιστημονικού περιοδικού του APA στο οποίο είναι αξιολογητής ο Storms, με αποτέλεσμα να ζητηθεί η παραίτησή του. Ο Storms αρνήθηκε να παραιτηθεί και μάλιστα δημοσιοποίησε το σχετικό αίτημα και την απάντησή του στον Σύνδεσμο σε συναδέλφους του, οι οποίοι είναι και οι ίδιοι αξιολογητές στο περιοδικό και στάθηκαν στο πλευρό του, απειλώντας ότι εάν αναγκαστεί να παραιτηθεί θα παραιτηθούν και οι ίδιοι. Αυτό είναι απλά ένα πρόσφατο και χαρακτηριστικό παράδειγμα του διχασμού που υπάρχει αυτή τη στιγμή σχετικά με την στάση της επιστημονικής κοινότητας απέναντι στα ανοιχτά δεδομένα. Σύμφωνα με το Nature, το 73% των ψυχολόγων  που δημοσιεύουν σε επιστημονικά περιοδικά δεν μοιράζονται τα δεδομένα τους με τους αξιολογητές, παρόλο που είχαν ενθαρρυνθεί και είχαν συμφωνήσει να το κάνουν μετά την δημοσίευση του άρθρου τους. Οι λόγοι πολλοί: δεν ήθελαν εσκεμμένα να μοιραστούν τα δεδομένα τα οποία θεωρούν «πολύτιμα», δεν ήξεραν πώς να τα μοιραστούν, η διαδικασία είναι χρονοβόρα ή κολλάει σε γραφειοκρατικούς μηχανισμούς. Παρ’ όλη την αναστάτωση των τελευταίων ετών, γενικά η στάση του κύριου όγκου των επιστημονικών περιοδικών δεν έχει αλλάξει απέναντι στα ανοιχτά δεδομένα. Ελάχιστα από τα παραδοσιακά περιοδικά ζητούν από τους αρθρογράφους να μοιραστούν τα δεδομένα τους. Ταυτόχρονα όμως έχουν αρχίσει να δημιουργούνται νέα «ανοιχτά» επιστημονικά περιοδικά που όχι μόνο είναι δωρεάν προς όλους, αλλά κάνουν διαθέσιμα (σχεδόν σε όλους) τα αρχικά δεδομένα της εκάστοτε έρευνας. Φαίνεται πως βρισκόμαστε στο μεταίχμιο μεταξύ δύο διαφορετικών εποχών όσον αφορά την ελεύθερη πρόσβαση στα επιστημονικά δεδομένα και αναμένονται ενδιαφέροντες ζυμώσεις στο άμεσο μέλλον.

Εισαγωγική Εικόνα

Το κείμενο προσφέρεται με άδεια ""Creative Commons Αναφορά Δημιουργού 4.0 Διεθνές". Μπορείτε να αντιγράψετε και να μοιραστείτε το κείμενο δίχως να το αλλάξετε και αποκλειστικά για μη εμπορική χρήση, μόνο εφόσον αναφέρετε τον συντάκτη και την πηγή. Για οποιαδήποτε άλλη χρήση και άρση των περιορισμών απαιτείται η γραπτή άδεια του συντάκτη.

Δημήτρης Αγοραστός

Πηγές / Διαβάστε περισσότερα

Δημήτρης Αγοραστός

Ψυχολόγος και κάτοχος μεταπτυχιακού διπλώματος στη Σχολική Ψυχολογία (ΑΠΘ) και στις Νευροσυμπεριφορικές Επιστήμες (University of Tuebingen). Ασχολείται με την ανάπτυξη ψυχοεκπαιδευτικών προγραμμάτων για παιδιά και εφήβους με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, την αξιολόγησή τους στα πλαίσια εντοπισμού και αντιμετώπισης μαθησιακών και ψυχοσυναισθηματικών δυσκολιών, αλλά και την υποστήριξη της σχολικής κοινότητας εν τω συνόλω. Επιπλέον, μέσα από τις δομές και τις υπηρεσίες στις οποίες εργάζεται, παρέχει συμβουλευτική υποστήριξη γονέων και παιδιών.Έχει εμπειρία παροχής ψυχοκοινωνικής υποστήριξης σε ευάλωτες ομάδες πληθυσμού.

Ίσως σας ενδιαφέρουν…