Η αυξημένη χρήση αλκοόλ κατά την εφηβεία αλλάζει την συνδεσιμότητα του εγκεφάλου

[1]Kaarre, O., Kallioniemi, E., Könönen, M., Tolmunen, T., Kekkonen, V., Kivimäki, P., Määttä, S. (2016). Heavy alcohol use in adolescence is associated with altered cortical activity: a combined TMS-EEG study. Addiction Biology. doi:10.1111/adb.12486 . Σκοπός της συγκεκριμένης έρευνας ήταν να μελετήσει τις επιδράσεις της κατανάλωσης αλκοόλ στην ενεργοποίηση του εγκεφαλικού φλοιού και στην συνεπακόλουθη ηλεκτρική δραστηριότητα. Οι συμμετέχοντες της έρευνας ήταν 27 άτομα τα οποία χρησιμοποιούσαν μεγάλες ποσότητες αλκοόλ κατά την εφηβεία τους και 25 άτομα ίδιας ηλικίας, φύλου και εκπαιδευτικού επιπέδου τα οποία κατανάλωναν λίγο ή καθόλου αλκοόλ κατά την εφηβεία τους. Πρόκειται για μια διαχρονική έρευνα η οποία ξεκίνησε όταν οι συμμετέχοντες ήταν 13 έως 18 ετών. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι χρήστες αλκοόλ δεν χρησιμοποιούσαν τόσο μεγάλες ποσότητες αλκοόλ, με τη απαραίτητη συχνότητα και δεν παρουσίαζαν τα συμπεριφορικά χαρακτηριστικά ώστε να διαγνωσθούν ως αλκοολικοί. Για τους σκοπούς της έρευνας έγινε μέτρηση της ηλεκτρικής δραστηριότητας του εγκεφαλικού φλοιού αλλά και της λειτουργίας του συστήματος GABA. Το συγκεκριμένο σύστημα είναι υπεύθυνο για την απελευθέρωση του νευροδιαβιβαστή GABA, τα επίπεδα του οποίου σχετίζεται με την εμφάνιση κατάθλιψης, άγχους αλλά και πλήθος νευροψυχολογικών διαταραχών. Αν και η συγκεκριμένη έρευνα δεν προχώρησε στην περαιτέρω εξέταση των επιπτώσεων της βαριάς κατανάλωσης αλκοόλ σε βάθος χρόνου, είναι αξιοσημείωτο ότι ο εγκέφαλος αλλάζει την λειτουργία του βάσει αυτής της παραμέτρου και είναι εύλογο να υποθέσουμε ότι αυτές οι βιοχημικές και λειτουργικές διαφοροποιήσεις σε σχέση με τους συμμετέχοντες της ομάδας ελέγχου (μη πότες) δυνητικά μεταφράζονται σε συμεριφορικά προβλήματα ή ακόμη και ανάπτυξη ψυχολογικών διαταραχών. Δεδομένου ότι η εφηβεία είναι μια κρίσιμη ηλικία στην ανθρώπινη ανάπτυξη, η συγκεκριμένη έρευνα αποκτά ιδιαίτερη σημασία. Η κατανάλωση αλκοόλ σε αυτή τη φάση της ζωής ενός ανθρώπου μπορεί να προκαλέσει αλλαγές στην συνδεσιμότητα και την ηλεκτροχημική ισορροπία του εγκεφαλικού φλοιού, κάτι που μπορεί να έχει σημαντικές επιπτώσεις για την σωματική ή/και ψυχική υγεία του παιδιού στο μέλλον.

Εισαγωγική Εικόνα

Το κείμενο προσφέρεται με άδεια ""Creative Commons Αναφορά Δημιουργού 4.0 Διεθνές". Μπορείτε να αντιγράψετε και να μοιραστείτε το κείμενο δίχως να το αλλάξετε και αποκλειστικά για μη εμπορική χρήση, μόνο εφόσον αναφέρετε τον συντάκτη και την πηγή. Για οποιαδήποτε άλλη χρήση και άρση των περιορισμών απαιτείται η γραπτή άδεια του συντάκτη.

Δημήτρης Αγοραστός

Δημήτρης Αγοραστός

Ψυχολόγος και κάτοχος μεταπτυχιακού διπλώματος στη Σχολική Ψυχολογία (ΑΠΘ) και στις Νευροσυμπεριφορικές Επιστήμες (University of Tuebingen). Ασχολείται με την ανάπτυξη ψυχοεκπαιδευτικών προγραμμάτων για παιδιά και εφήβους, καθώς και με την αξιολόγησή τους στα πλαίσια εντοπισμού και αντιμετώπισης μαθησιακών και ψυχοσυναισθηματικών δυσκολιών. Επιπλέον, μέσα από τις δομές και τις υπηρεσίες στις οποίες εργάζεται, παρέχει συμβουλευτική υποστήριξη γονέων και παιδιών.Έχει εμπειρία παροχής ψυχοκοινωνικής υποστήριξης σε ευάλωτες ομάδες πληθυσμού.

Μπορεί επίσης να σας αρέσει...