Βάναυση καταπάτηση των δικαιωμάτων των ψυχικά πασχόντων στην Ελλάδα

Αναδημοσίευση άρθρου του Ν. Μορφονιού στην εφημερίδα Αυγή

Xάσμα ανάμεσα στις αναγγελθείσες πολιτικές για τη φροντίδα προς τους ψυχικά πάσχοντες και την ουσιαστική εφαρμογή τους στο πεδίο, με αποτέλεσμα τη συνέχιση του στιγματισμού και του κοινωνικού αποκλεισμού διαπιστώνει η έκθεση της Εθνικής Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου με θέμα την “προστασία των δικαιωμάτων των ατόμων με ψυχιατρική εμπειρία στο πλαίσιο της Ψυχιατρικής Μεταρρύθμισης στην Ελλάδα”.

Η έκθεση της ΕΕΔΑ αναγνωρίζει αρχικά ότι, σε συνθήκες κρίσης και ασφυκτικών πιέσεων για εξοικονόμηση πόρων, ο πάσχων καταδικάζεται σε ακόμα πιο βάρβαρη απόρριψη και η φροντίδα για τον ίδιο και τα δικαιώματά του κινδυνεύει να συρρικνωθεί. Σύμφωνα με την έκθεση, τα πιο ακανθώδη προβλήματα που αναδύθηκαν στη μέχρι τώρα εφαρμογή του υπάρχοντος θεσμικού πλαισίου και του προγράμματος «Ψυχαργώ», έτσι όπως τα έχουν προσδιορίσει οι επαγγελματίες ψυχικής υγείας, οι ίδιοι οι ψυχικά πάσχοντες και οι φορείς που δραστηριοποιούνται για την προστασία τους, εντοπίζονται σε 5 πεδία: α) Η μεταχείριση και φύλαξη των ποινικά ακαταλόγιστων ψυχικά πασχόντων προσώπων σε δημόσιο θεραπευτικό κατάστημα, β) οι ακούσιες νοσηλείες, γ) οι δυσλειτουργίες του συστήματος της δικαστικής συμπαράστασης, δ) το δικαίωμα πρόσβασης στον ιατρικό και διοικητικό φάκελο του ψυχικά πάσχοντος, και ε) οι συνθήκες νοσηλείας αυτές καθαυτές.

Σχετικά με τη φύλαξη των ακαταλόγιστων, η ΕΕΔΑ διαπιστώνει ότι εκ των πραγμάτων καταλήγει σε σύγχυση αρμοδιοτήτων μεταξύ του ΥΥΚΑ (και των Ψυχιατρείων όπου αυτοί φυλάσσονται) και του υπουργείου Δικαιοσύνης, στο οποίο κατ’ αρχήν εμπίπτει η αρμοδιότητα διαχείρισης των ακαταλόγιστων. Για παράδειγμα, η Διοίκηση και το προσωπικό του ΨΝΑ Δαφνίου, στο πλαίσιο του οποίου λειτουργεί ‘στεγνό’ πρόγραμμα απεξάρτησης του 18ΑΝΩ, εκφράζουν με κάθε τρόπο τη δυσφορία τους για το γεγονός ότι υποχρεώνονται να δεχθούν στους χώρους τους εξαρτημένους ακαταλόγιστους δράστες, οι οποίοι αξιώνουν τη συνέχιση της συμμετοχής τους σε πρόγραμμα υποκατάστασης του ΟΚΑΝΑ, πράγμα το οποίο έρχεται σε σύγκρουση με τη θεραπευτική μέθοδο την οποία έχει επιλέξει το Ψυχιατρείο για τους νοσηλευόμενους.

Στο ζήτημα της ακούσιας νοσηλείας, το πόρισμα στιγματίζει την εφαρμογή του σχετικού νόμου 2071/1992 ως “προβληματική” και ως διαδικασία per se, αλλά και κυρίως επειδή δεν έχουν δημιουργηθεί όλες εκείνες οι εκτός ψυχιατρείου υπηρεσίες που θα μπορούσαν να δώσουν απαντήσεις/λύσεις εκτός του εγκλεισμού. Τρανή απόδειξη αποτελεί ο αριθμός των ακούσιων νοσηλειών, το ποσοστό των οποίων κυμαίνεται από το 55% ώς το 65%, ενώ σε καμιά χώρα της Ε.Ε. το αντίστοιχο ποσοστό δεν ξεπερνά το 7 ή 8%. Ο αριθμός από μόνος του δείχνει ότι καταστρατηγείται η πρόθεση του νόμου για δικαστική προστασία.

Στην περίπτωση του θεσμού της δικαστικής συμπαράστασης, επισημαίνει ότι η επιλογή των ‘κατάλληλων’ ατόμων να λειτουργήσουν ως συμπαραστάτες γίνεται βιαστικά, το δικαστήριο εκδικάζει την υπόθεση διεκπεραιωτικά, ενώ οι κοινωνικές υπηρεσίες υπολειτουργούν. Στο ζήτημα της πρόσβασης στον ιατρικό φάκελο, η ΕΕΔΑ είναι κατηγορηματική ώς προς τη σημασία της αναγνώρισης και της τήρησης των προβλέψεων του νόμου από όλες τις αρμόδιες αρχές του δικαιώματος πρόσβασης του ψυχικά ασθενούς στον φάκελό του.

Τέλος, η έκθεση διαπιστώνει ότι τα μέτρα και τα μέσα που εφαρμόζονται για τη θεραπευτική αντιμετώπιση των ψυχικά πασχόντων είναι ακόμη ένα πεδίο στο οποίο κάμπτεται ο σεβασμός των δικαιωμάτων. Η κατάχρηση των μηχανικών καθηλώσεων και της απομόνωσης, όπως και η υπερβολική χορήγηση κατασταλτικών φαρμάκων για την αντιμετώπιση περιστατικών με προβλήματα επιθετικότητας/διαταρακτικότητας, παρατηρούνται σε αρκετά Τμήματα των ΨΝ, και όχι μόνο στα «κλειστά τμήματα» των λεγόμενων “ακαταλόγιστων”. Καταγγέλλεται όμως πως, εξαιτίας της μη αυστηρής τήρησης πρωτοκόλλων θεραπείας και με την πάγια επίκληση της έλλειψης προσωπικού, ή όταν το ψυχιατρικό τμήμα του νοσοκομείου εφημερεύει και έχουν προστεθεί 20 ράντζα/κλίνες, στις μεθόδους αυτές υποβάλλονται και άλλοι ασθενείς που μπορεί να εκδηλώσουν απλούστερα συμπτώματα αποπροσανατολισμού ή υπερκινητικότητας. Είναι, δε, ασαφές το πώς γίνεται ο έλεγχος, και μεταξύ ποιων επιμερίζεται η ευθύνη στην περίπτωση που θα επέλθει δυσμενές αποτέλεσμα για τον ασθενή, λόγω της επιλογής αυτών των μεθόδων (έχουν γίνει ευρέως γνωστές οι ιστορίες νοσηλευόμενων που πριν από λίγα χρόνια κάηκαν ζωντανοί, όντας καθηλωμένοι στον Ψυχιατρείο).

Εισαγωγική Φωτογραφία:

Το κείμενο προσφέρεται με άδεια ""Creative Commons Αναφορά Δημιουργού 4.0 Διεθνές". Μπορείτε να αντιγράψετε και να μοιραστείτε το κείμενο δίχως να το αλλάξετε και αποκλειστικά για μη εμπορική χρήση, μόνο εφόσον αναφέρετε τον συντάκτη και την πηγή. Για οποιαδήποτε άλλη χρήση και άρση των περιορισμών απαιτείται η γραπτή άδεια του συντάκτη.

Δημήτρης Αγοραστός

Δημήτρης Αγοραστός

Ψυχολόγος και κάτοχος μεταπτυχιακού διπλώματος στη Σχολική Ψυχολογία (ΑΠΘ) και στις Νευροσυμπεριφορικές Επιστήμες (University of Tuebingen). Ασχολείται με την ανάπτυξη ψυχοεκπαιδευτικών προγραμμάτων για παιδιά και εφήβους, καθώς και με την αξιολόγησή τους στα πλαίσια εντοπισμού και αντιμετώπισης μαθησιακών και ψυχοσυναισθηματικών δυσκολιών. Επιπλέον, μέσα από τις δομές και τις υπηρεσίες στις οποίες εργάζεται, παρέχει συμβουλευτική υποστήριξη γονέων και παιδιών.Έχει εμπειρία παροχής ψυχοκοινωνικής υποστήριξης σε ευάλωτες ομάδες πληθυσμού.

Μπορεί επίσης να σας αρέσει...