Η Θεωρία του Δεσμού και το Πένθος

Ο Bowlby [1]Bowlby, J. (1961). Processes of mourning. The International journal of psycho-analysis, 42, 317–340. ήταν από τους πρώτους θεωρητικούς που ανέλυσε την διαδικασία του πένθους, την οποία ενέταξε στο θεωρητικό πλαίσιο της Θεωρίας του Δεσμού.

Η κατανόηση του πένθους ως μια διαδικασία προσαρμογής του ατόμου στη νέα πραγματικότητα και η οποία ακολουθεί κάποια προκαθορισμένα στάδια ήταν πρωτοποριακή για την εποχή του. Επηρέασε σε μεγάλο βαθμό και μεταγενέστερους θεωρητικούς που ασχολήθηκαν με το πένθος, οι οποίοι υιοθέτησαν παρόμοια μοντέλα σταδίων, όπως η Kübler-Ross. Στο έργο του ο Bowlby [2]Bowlby, J. (1995). Δημιουργία και διακοπή των συναισθηματικών δεσμών. Αθήνα: Καστανιώτης υπογράμμισε πως το πένθος μπορεί να παίξει ένα σημαντικό ρόλο στην εκδήλωση έντονων δυσλειτουργικών συμπτωμάτων σε παιδιά ή ενήλικες που έχουν αναπτύξει δυσλειτουργικά εσωτερικευμένα πρότυπα διεργασίας. Ο Bowlby παρομοίασε τη δημιουργία ενός δεσμού με την έννοια του «ερωτεύομαι», τη διατήρησή του με την έννοια του «αγαπώ» και αντίστοιχα την απώλεια μιας σχέσης με την έννοια του «πενθώ». Μέσα σε αυτό το θεωρητικό πλαίσιο το πένθος για το θάνατο του γονιού ή αργότερα κατά την ενήλικη ζωή το θάνατο του/της συντρόφου επικεντρώνεται στην απομάκρυνση όχι μόνο του αγαπημένου προσώπου, αλλά και της ασφαλής βάσης στην οποία θα επέστρεφε το άτομο για παρηγοριά.

Τα 4 στάδια του πένθους σύμφωνα με τον Bowlby
Τα 4 στάδια του πένθους σύμφωνα με τον Bowlby

Ο Bowlby [3]Bowlby, J. (1980). Loss, attachment and depression (2nd ed). New York: Basic Books. περιέγραψε 4 διακριτά στάδια για το πένθος. Το 1ο στάδιο είναι αυτό του μουδιάσματος, το οποίο διαρκεί λίγες ώρες έως μια εβδομάδα. Ξεκινάει με το άκουσμα της είδησης του θανάτου του αγαπημένου προσώπου και χαρακτηρίζεται από ένα χαρακτηριστικό μούδιασμα των αντιδράσεων του ατόμου, το οποίο βρίσκεται σε σοκ και ακόμη δεν είναι σε θέση να δεχτεί το γεγονός. Το άτομο δεν έχει καμία συναισθηματική αντίδραση και φαινομενικά συνεχίζει να αντιδράει όπως συνήθως, σχεδόν αυτόματα. Ωστόσο αυτό το στάδιο μπορεί να διακοπεί απότομα μέσα από έντονα συναισθηματικά ξεσπάσματα και έντονα συναισθήματα κατάθλιψης ή/και θυμού.

Το 2ο στάδιο είναι αυτό της έντονης λαχτάρας και αναζήτησης του χαμένου προσώπου. Αυτό το στάδιο χαρακτηρίζεται από έντονη επιθυμία του ατόμου να ξαναβρεί το χαμένο πρόσωπο και ακολουθεί αμέσως μετά το 1ο στάδιο, συνήθως λίγες ημέρες ή εβδομάδες μετά την απώλεια του προσώπου. Έχει διάρκεια λίγων μηνών ή σε κάποιες περιπτώσεις ακόμη και μερικών ετών. Σε αυτή τη φάση ο πενθών επεξεργάζεται την πραγματικότητα της απώλειας, κάτι που συχνά οδηγεί σε έντονα συναισθηματικά ξεσπάσματα και κρίσεις δακρύων. Μπορεί να έχει ακόμη αίσθηση της παρουσίας του χαμένου προσώπου και να το αναζητά στην καθημερινότητά του. Άλλες φορές αυτή η επιθυμία είναι συνειδητή, ενώ άλλες -τις περισσότερες- είναι ασυνείδητη. Το άτομο μπορεί να αφήνεται σε αυτή την λαχτάρα (π.χ. μέσω συχνών επισκέψεων στο νεκροταφείο για να είναι κοντά στο άτομο που πέθανε), ή να τη θεωρεί γελοία και να προσπαθεί να την καταπνίξει. Και στις δύο περιπτώσεις όμως το βασικό χαρακτηριστικό είναι η έντονη επιθυμία να βρεθεί κοντά στο χαμένο πρόσωπο. Ο Bowlby (1980, 1995) υποστήριζε πως αυτά τα χαρακτηριστικά παρουσιάζονται στην πλειοψηφία των πενθούντων, οπότε μπορούν να θεωρηθούν ως μια φυσιολογική αντίδραση και διαδικασία. Δύο συνηθισμένα χαρακτηριστικά που εντόπισε ο Bowlby στην διαδικασία του πένθους είναι τα συναισθήματα του θυμού και το κλάμα. Ο θυμός, υπογράμμιζε ο Bowlby, είναι συνηθισμένη και χρήσιμη αντίδραση στις περιπτώσεις προσωρινού αποχωρισμού. Το κλάμα αλλά και η κραυγή θυμού είναι φυσικές τάσεις των παιδιών τα οποία προσπαθούν να καλέσουν τη χαμένη μητέρα τους ή να λάβουν βοήθεια από τρίτους στην αναζήτηση της χαμένης μητέρας τους. Όταν επέλθει η επανένωση με το έτερο πρόσωπο του δεσμού, ο θυμός βοηθάει στην έκφραση της αποδοκιμασίας ενάντια σε όποιον ήταν υπεύθυνος για τον αποχωρισμό και έτσι μειώνονται οι πιθανότητες ενός μελλοντικού αποχωρισμού. Έτσι, μέσα στα πλαίσια αυτά, φαίνεται πως ο θυμός είναι κομμάτι μιας αυτοματοποιημένης βιολογικής αντίδρασης και επομένως είναι λογικό να εκδηλώνεται αυτόματα σε όλες τις μορφές αποχωρισμού, όπως είναι και στην περίπτωση του θρήνου. Τα στοιχεία του θυμού και του κλάματος εμφανίζονται στη διαδικασία του θρήνου με τον ίδιο αντικειμενικό σκοπό όπως και στην περίπτωση του προσωρινού αποχωρισμού στα παιδιά. Πρόκειται για εκδήλωση του άγχους του αποχωρισμού μέσα στα πλαίσια της συμπεριφοράς του δεσμού που έχει αναπτυχθεί ανάμεσα στον πενθών και το πρόσωπο που απουσιάζει.

Το 3ο στάδιο της διαδικασίας του πένθους είναι αυτό της αποδιοργάνωσης και απόγνωσης. Για να ολοκληρωθεί ομαλά η διαδικασία του πένθους, σύμφωνα με τον Bowlby (1980), είναι απαραίτητο για ένα άτομο που πενθεί να καταφέρει να αντέξει το αίσθημα της θλίψης και της αναζήτησης για το χαμένο πρόσωπο, και να επεξεργαστεί το πώς και γιατί έγινε η απώλεια που βιώνει, να εκφράσει το θυμό του προς αυτούς που ευθύνονται γι’ αυτή (ακόμη και ενάντια στο πρόσωπο που έφυγε). Μόνο περνώντας μέσα από αυτή την επίπονη διαδικασία θα μπορέσει να αναγνωρίσει τη μονιμότητα της νέας κατάστασης όπου το πρόσωπο που έφυγε δεν θα είναι πλέον παρών, οπότε θα πρέπει να σταθεί μέσα στα πλαίσια μια νέας πραγματικότητας. Δεδομένου ότι είναι απαραίτητο να επέλθουν σημαντικές αλλαγές στον τρόπο σκέψης, στα συναισθήματα αλλά και τις συνήθειες τώρα που η απώλεια του προσώπου με το οποίο έχει αναπτυχθεί ο δεσμός είναι μόνιμη, είναι σχεδόν αναπόφευκτο για ένα άτομο που πενθεί να περάσει από φάσεις έντονης αποδιοργάνωσης, απάθειας και αισθημάτων θλίψης. Ο πενθών μπορεί να αισθάνεται ότι τίποτα δεν έχει νόημα γι’ αυτόν σε αυτή τη νέα πραγματικότητα την οποία δυσκολεύεται να διαχειριστεί.

Το 4ο και τελευταίο στάδιο στη διαδικασία του πένθους σύμφωνα με τον Bowlby είναι αυτό της αναδιοργάνωσης. Αφού το άτομο έχει αποδεχθεί πλέον τη μονιμότητα της απώλειας και έχει επιτρέψει στον εαυτό του να επεξεργαστεί την νέα πραγματικότητα, πλέον βρίσκει τρόπους να ανταπεξέλθει στους καινούργιους ρόλους και συνήθειες που πρέπει να αναπτύξει για να συμπληρώσει το κενό που άφησε η απώλεια. Στο τελευταίο στάδιο το άτομο θέτει καινούργιους στόχους και προσπαθεί να οργανώσει εκ νέου τη ζωή του. Αν και το κενό της απώλειας δεν θα συμπληρωθεί ποτέ και ίσως το άτομο να παραμένει πιο μοναχικό σε σχέση με το πώς ήταν όταν το πρόσωπο του δεσμού ήταν παρών, εντούτοις το πένθος περνάει σε δεύτερη μοίρα και το άτομο είναι έτοιμο να χτίσει νέες σχέσεις.

Θρήνος και πένθος στην παιδική ηλικία

Ο Bowlby μίλησε ανοιχτά για το γεγονός πως ακόμη και τα παιδιά πενθούν όταν χάσουν το πρόσωπο πρόσδεσης, ανεξαρτήτου ηλικίας. Όταν ένα παιδί ηλικίας 1-3 ετών διαχωρίζεται από το πρόσωπο πρόσδεσης και βρίσκεται πλέον μεταξύ αγνώστων, θα αντιδράσει έντονα με κλάματα και φωνές σε μια προσπάθεια να επανενωθεί μαζί του. Αυτή η αντίδραση μπορεί να συνεχίσει για πολλές ημέρες έως περίπου μία εβδομάδα. Σταδιακά το παιδί βιώνοντας την εγκατάλειψη βρίσκεται απελπισμένο. Συνεχίζει να ζητά την επανένωση αλλά όσο περνάει ο καιρός οι πιθανότητες να συμβεί κάτι τέτοιο μειώνονται. Τότε το παιδί γίνεται απαθές και απόμακρο, ενώ δεν αποκλείεται να παρουσιάσει στερεοτυπικές κινήσεις. Οι αντιδράσεις αυτές είναι οι ίδιες τόσο στην περίπτωση του θανάτου όσο και στην περίπτωση της εγκατάλειψης του παιδιού. Και στις δύο περιπτώσεις το πρόσωπο πρόσδεσης το οποίο φρόντιζε το παιδί απουσιάζει ξαφνικά, καταστρέφοντας την ασφαλή βάση του παιδιού.

Τα παιδιά που βιώνουν πένθος μπορεί να έχουν σε συνειδητό επίπεδο την προσδοκία ότι ο γονιός θα επιστρέψει. Ακολουθούν διαδικασίες ανάλογες με αυτές που περιγράψαμε στα 4 στάδια του πένθους. Τα παιδιά, ακριβώς όπως και οι ενήλικες, καλούνται να προσαρμοστούν σε μία νέα πραγματικότητα στην οποία το άλλο πρόσωπο στη σχέση δεσμού δεν είναι παρών. Χρειάζονται ένα νέο πρόσωπο εμπιστοσύνης το οποίο μπορεί να τα παρηγορήσει και να αναλάβει τη φροντίδα τους.

Η συναισθηματική έκφραση των πενθόντων, είτε είναι παιδιά είτε ενήλικες, είναι ένα σημαντικό πρώτο βήμα για την υποστήριξη τους (1995). Eίναι σημαντικό να επιτρέψουμε και να σεβαστούμε την έκφραση των συναισθημάτων όσο έντονα και εάν είναι αυτά, καθώς όπως είδαμε, είναι μέρος της διαδικασίας του πένθους τόσο στους ενήλικες, όσο και στα παιδιά. Δεν ωφελεί να προσπαθούμε να φέρουμε τους πενθούντες πίσω στην πραγματικότητα, καθώς το γεγονός ότι ακόμη αναζητούν το πρόσωπο πρόσδεσης δεν σημαίνει ότι έχουν αποκοπεί από την πραγματικότητα, αλλά ότι βρίσκονται στη διαδικασία σταδιακής αποδοχής της.

Η διαφορετική στάση ορισμένων παιδιών αλλά και ενηλίκων απέναντι στο πένθος, στην οποία αποφεύγουν την συναισθηματική έκφραση, μπορεί να βρεθεί μέσα στον τρόπο που η οικογένεια του πενθόντα αντιμετωπίζει (ή αντιμετώπιζε στην περίπτωση των ενηλίκων) την συναισθηματική έκφραση, η οποία αποφεύγονταν. Το κλάμα και ο θυμός μέσα σε αυτά τα πλαίσια είναι κατακριτέα και αποφευκτέα. Όσο περισσότερο το άτομο επιζητά την επανασύνδεση με το πρόσωπο πρόσδεσης και την επιστροφή του στην ασφαλή του βάση, τόσο αυξάνεται η αντίδραση του περιβάλλοντος το οποίο υποβαθμίζει την συναισθηματική και ουσιαστικά αξία αυτής της επανασύνδεσης. Εσωτερικεύοντας αυτά τα πρότυπα διεργασίας, το παιδί και αργότερα ο ενήλικας θα θεωρεί τη συναισθηματική έκφραση και ιδιαίτερα μπροστά σε σοβαρές απώλειές ως κατι κατακριτέο, κάτι που οδηγεί στο να πνίξει τα συναισθήματά του.

Εκτός από τη δυσκολία στην συναισθηματική έκφραση, ο Bowlby αναφέρθηκε και σε ένα ακόμη συχνά εμφανιζόμενο πρόβλημα κατά τη διαδικασία του πένθους: το παρατεταμένο πένθος. Ακόμη και εάν τα παιδιά ή οι ενήλικες έχουν την ελευθερία να εκφράζονται συναισθηματικά, εντούτοις βρίσκονται σε μία κατάσταση που δεν μπορούν να ξεπεράσουν το πένθος και να φτάσουν στην αναδιοργάνωση. Υπάρχουν κάποια βασικά χαρακτηριστικά τα οποία είναι παρόντα σε αυτές τις περιπτώσεις. Το πρώτο είναι οι υπερβολικά στενές σχέσεις μεταξύ του ατόμου και του προσώπου πρόσδεσης. Στην περίπτωση των παιδιών αυτό είναι πολύ πιο συχνό φαινόμενο καθώς τα παιδιά μπορεί να εξαρτώνται κυριολεκτικά από το πρόσωπο αυτό. Στην περίπτωση των ενηλίκων αυτό συμβαίνει όταν υπάρχει μεγάλη εξάρτηση ταυτότητας του ενός από τον άλλο η οποία εκδηλώνεται με έντονη ανησυχία και δυσαρέσκεια ακόμη και σε σύντομες περιόδους αποχωρισμού που προηγήθηκαν του θανάτου. Το δεύτερο χαρακτηριστικό είναι η απουσία κάποιου άλλου ατόμου στο περιβάλλον στο οποίο θα μπορούσε ο πενθών να μεταθέσει ένα μέρος του δεσμού που έχει πλέον χαθεί. Εάν ένα παιδί βρεθεί μόνο του ή έχει τυπικές σχέσεις με άλλους συγγενείς οι οποίοι δεν μπορούν (ή δεν θέλουν) να λειτουργήσουν ως νέα πρόσωπα αναφοράς για το άτομο, τότε το πένθος μπορεί να παραταθεί.

Αφιέρωμα στη θεωρία του δεσμού 4/4
100%

Διαβάστε και τα υπόλοιπα άρθρα του αφιερώματος στη Θεωρία του Δεσμού:

  1. Σύντομη ανασκόπηση της ζωής του John Bowlby
  2. Γενικό θεωρητικό πλαίσιο
  3. Προβλήματα συμπεριφοράς και ψυχοπαθολογία
  4. Η Θεωρία του Δεσμού και το Πένθος

Εισαγωγική Φωτογραφία

Το κείμενο προσφέρεται με άδεια ""Creative Commons Αναφορά Δημιουργού 4.0 Διεθνές". Μπορείτε να αντιγράψετε και να μοιραστείτε το κείμενο δίχως να το αλλάξετε και αποκλειστικά για μη εμπορική χρήση, μόνο εφόσον αναφέρετε τον συντάκτη και την πηγή. Για οποιαδήποτε άλλη χρήση και άρση των περιορισμών απαιτείται η γραπτή άδεια του συντάκτη.

Δημήτρης Αγοραστός

Δημήτρης Αγοραστός

Ψυχολόγος και κάτοχος μεταπτυχιακού διπλώματος στη Σχολική Ψυχολογία (ΑΠΘ) και στις Νευροσυμπεριφορικές Επιστήμες (University of Tuebingen). Ασχολείται με την ανάπτυξη ψυχοεκπαιδευτικών προγραμμάτων για παιδιά και εφήβους, καθώς και με την αξιολόγησή τους στα πλαίσια εντοπισμού και αντιμετώπισης μαθησιακών και ψυχοσυναισθηματικών δυσκολιών. Επιπλέον, μέσα από τις δομές και τις υπηρεσίες στις οποίες εργάζεται, παρέχει συμβουλευτική υποστήριξη γονέων και παιδιών.Έχει εμπειρία παροχής ψυχοκοινωνικής υποστήριξης σε ευάλωτες ομάδες πληθυσμού.

Μπορεί επίσης να σας αρέσει...